Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στον Γαλατά και αποκαλυπτήρια ανδριάντος από τον Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας!

Την Κυριακή 21 Αυγούστου ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ.κ. Δαμασκηνός τέλεσε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου στον Γαλατά Χανίων όπου διακονεί ο Πρωτ. Ελευθέριος Βομβολάκης, συλλειτουργούντος πλειάδος ιερέων και συμπροσευχούμενων πλήθους κόσμου.

Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας τελέστηκε Αρχιερατικό μνημόσυνο του αοίδιμου ιερέως π. Βασιλείου Ρουμελιωτάκη, ο οποίος κατά τα έτη 1929-1973 όντας εφημέριος στην ενορία Γαλατά, με την επινοητικότητά του και την ευρηματικότητά του  αναδείχθηκε ο λαοσωτήριος ηγέτης του ποιμνίου του, αφού μολονότι  έπεσαν στον Γαλατά 1500 Γερμανοί Αξιωματικοί και οπλίτες κατά την εξαήμερη Μάχη, καμία αντίποινα και  καμία αντεκδίκηση δεν έγινε και  κανένας Γαλατιανός δεν στήθηκε σε εκτελεστικό απόσπασμα στον μαρτυρικό «ΓΟΛΓΟΘΑ».

Στη συνέχεια πραγματοποιήθηκαν και τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντος του γενναίου ιερέως από τον Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας κ.κ. Δαμασκηνό και τον Δήμαρχο Χανίων κ. Αναστάσιο Βάμβουκα.

14021559_630592797104865_3337423642257217909_n 14079728_630592787104866_6355824386389560693_n 14117928_630592817104863_6806845044215395692_n 14034938_630592933771518_2167891468423865908_n 14064153_630592937104851_7882402017632945907_n 14102607_630592823771529_6623402217051862610_n 14079897_630593017104843_7269661509238915420_n 14021587_630592877104857_6054551372104616135_n14055746_1176176179122548_1128534099_n

Η θετική συμβολή του εφημέριου Γαλατά παπά- Βασίλη Ρουμελιωτάκη στη σωτηρία του χωριού από γερμανικά αντίποινα

από άρθρο του επίτιμου Διευθυντού του Πολυτεχνείου Κρήτης κ. Φωκίωνος Θ. Βερυκάκη

   Τον Γαλατά έσωσε πρώτα η δύναμη του Θεού και μετά ο αείμνηστος παπά- Βασίλης Ρουμελιωτάκης από τη Χρυσοπηγή Χανίων (εφημέριος του Γαλατά 1929-1973), από αντίποινα του Γερμανού εισβολέα σε βάρος του Γαλατά, του οποίου οι άνδρες ενταγμένοι στο Σώμα των Ελευθέρων Σκοπευτών υπό τον ταγματάρχη Σπύρο Γερογιάννη, από κοινού με το 6ο Σύνταγμα Πεζικού υπό τον Αντι/ρχη Μιχ. Γρηγορίου και δύο Τάγματα Νεοζηλανδών υπό τον Ταγματάρχη Σμιθ, προκάλεσαν τρομακτικές απώλειες στον εχθρό, αφού την έκτη και τελευταία ημέρα της Μάχης καταμετρήθηκαν στα πεδία των συγκρούσεων 1500 αξιωματικοί και οπλίτες Γερμανοί νεκροί.

   Το πρωί της 21ης Μαΐου έπεσαν βόρεια του Γαλατά 116 Αλεξιπτωτιστές, από τους οποίους οι 114 εφονεύθησαν από τις ημέτερες και τις συμμαχικές δυνάμεις.

   Κατά τη ρίψη των Αλεξιπτωτιστών έπεσαν σε μια ελιά τρεις και με τις βολές ισάριθμων Γαλατιανών νέων, που ήταν ταμπουρωμένοι κάτω από αυτή, έπεσε νεκρός ο ένας και οι δύο άλλοι – ένας Αξιωματικός και ένας Δεκανέας- τραυματίστηκαν.

   Τα παιδιά καίτοι αγνοούσαν το δίκαιο του πολέμου, που κάνει λόγο για σεβασμό των αιχμαλώτων, δεν αποτελειώνουν τους τραυματίες αλλά τους μεταφέρουν στους ώμους τους στη πλατεία του Γαλατά , όπου βρισκόταν και άλλοι συγχωριανοί τους, μεταξύ των οποίων και ο παπά – Βασίλης.

   Μόλις αντίκρισαν τους τραυματίες Αλεξιπτωτιστές οι θερμόαιμοι Γαλατιανοί, πλησίασαν με ορμή για να τους αποτελειώσουν, όμως με τη δυναμική του παρέμβαση ο παπά-Βασίλης απέτρεψε το εγχείρημα και τους δήλωσε, ότι ο αιχμάλωτος πολέμου είναι ιερό πράγμα.

   Για λόγους φιλανθρωπίας και σκοπιμότητας – όπως θα δηλώσει αργότερα ο ίδιος ο μακαριστός παπα-Βασίλης – θα παραλάβει τους δύο τραυματίες και θα τους οδηγήσει στο σπίτι του για να τους περιθάλψει. Κάλεσε τον ε.α.  Αρχίατρο Εμμ. Χατζητζανή, ο οποίος τους παρέσχε τις απαραίτητες ιατρικές φροντίδες.

   Το ευμενές αποτέλεσμα της περιθάλψεως και της φιλοξενίας των τραυματιών Αλεξιπτωτιστών ήταν, να μην γίνουν στο Γαλατά αντίποινα, για τη συμμετοχή των πολιτών στον αγώνα και στον αποδεκατισμό των επιτιθεμένων.

   Το βράδυ του Σαββάτου 24 Μαΐου επισκέφθηκαν τον παπα-Βασίλη στο σπίτι του ο Ταγματάρχης Σμιθ και ο Έλληνας Λοχαγός Αθηνέλης και του ζήτησαν τους δύο αιχμαλώτους Γερμανούς, προκειμένου να τους μεταφέρουν στα Χανιά, πράγμα που έγινε αμέσως.

   Το απόγευμα της 28 Μαΐου ήλθε στο Γαλατά ο αιχμάλωτος Αξιωματικός Αλεξιπτωτιστής, ο οποίος εναγκαλίσθηκε και ασπάσθηκε τον παπα-Βασίλη και με τον Διερμηνέα του λέει: «Πατέρα μου, σε σας οφείλω τη ζωή μου, είμαι πατέρας δύο τέκνων, πες τε μου τι καλό θέλετε να σας κάνω». Εκείνος του απαντά, δεν θέλω τίποτε άλλο, παρά να μην πεις τι έπαθε ή τι είδες.

   Παίρνει μετά ο ευεργετηθείς Γερμανός μια κιμωλία και γράφει στην πόρτα. «Συνάδελφοι αυτό το σπίτι  να μην πειραχθεί, γιατί αυτό μας έσωσε». Ο διπλωμάτης παπα-Βασίλης μέσω του Διερμηνέα λέει στον αλεξιπτωτιστή, όσα έγραψες στην πόρτα φορούν προσωπικά εμένα και ο πληθυσμός τον οποίον αντιμετώπισες κατά την πτώση σου τι θα γίνει; Παίρνει αμέσως μια κόλλα χαρτί στην οποία γράφει: «Την  20ην Μαΐου πέσαμε με αλεξίπτωτα βόρεια του Γαλατά, στους ελαιώνες 116 Αλεξιπτωτιστές, αντιμετωπίσαμε Νεοζηλανδούς (δεν κάνει λόγο για πολίτες). Εφονεύθησαν οι 114. Στη συνέχεια αναφέρει τα της περιθάλψεως και καταλήγει γράφοντας, από την παραμονή της πτώσεως του Γαλατά μας πήραν οι Νεοζηλανδοί για τα Χανιά, αντιλήφθηκα από το παράθυρον τους πολίτας άοπλους να τρέχουν στα καταφύγια, χωρίς να λάβουν μέρος εις την μάχη και παρακαλώ τους συντρόφους μου, να του φανούν χρήσιμοι εις ότι των είναι δυνατόν».

   Με αυτό το χαρτί ο σεβάσμιος Λευίτης πέτυχε πολλά πράγματα, μεταξύ των πρώτων, να του επιτραπεί μετά την Μάχη, να θάψει τους νεκρούς Έλληνες και Νεοζηλανδούς.

   Όταν πάλι τον επισκέφθηκε Ανώτερος Αξιωματικός των Es Es, απεσταλμένος από τον Κρας Κομαντάρ Χανίων, ο λοχαγός Ντιούη, τον περιέφερε και τον ξενάγησε στους καταυλισμούς των Νεοζηλανδών, λέγοντας του παράλληλα, ότι οι άγγλοι δεν μας είχαν εμπιστοσύνη να μας οπλίσουν, τον έπεισε τελικά, ότι οι πολίτες δεν πολέμησαν.

   Σε επίδειξη πάλι του χαρτιού, στον Διοικητή του φρουρίου των Χανίων Στρατηγό Αντρέ, προκειμένου να επιτύχει, σε συνεργασία με τον Επίσκοπο Κυδωνίας & Αποκορώνου, την αποφυλάκιση του Επισκόπου Κισάμου & Σελίνου Ευδοκίμου Συγγελάκη, του παπα-Στυλιανού Βενεράκη από τον Δραπανιά, καθώς και τριών πολιτών, του λέγει: «Πάτερα ότι αξίαν έχει το Ευαγγέλιον για σένα, έχει και για μένα το χαρτί που κρατάς».

   Άλλο παραπλανητικό στοιχείο, που με πειθώ ανέφερε στους σκληροτράχηλους Γερμανούς  ο οξυνούστατος ιερωμένος ήταν, ότι ήδη από το πρώτο βράδυ της Μάχης, οι κάτοικοι του Γαλατά έφυγαν με σπουδή στα βουνά και εγκατέλειψαν τα σπίτια τους  ανοικτά, μπήκαν Έλληνες και Νεοζηλανδοί στρατιώτες, ντύθηκαν με τα ρούχα των πολιτών και έτσι σας πολέμησαν. Τον ισχυρισμό του παπα-Βασίλη επιβεβαίωσε και ο αιχμάλωτος Αξιωματικός.

   Στη συνέχεια οι κάτοικοι του Γαλατά επιδόθηκαν ανενόχλητοι στην επούλωση των μεγάλων πληγών της Γιγαντομαχίας και αφοσιώθηκαν ειρηνικά στις γεωργικές του ενασχολήσεις.

   Πέρασαν ήδη δύο κατοχικά χρόνια και ένα απρόσμενο πρωινό, με το άνοιγμα της πόρτας κάθε νοικοκυριού, οι ενοικούντες αντίκρισαν έκπληκτοι 2μελή Γερμανική φρουρά, που σκοπό είχε να συλλάβει τους άνδρες και τα γυναικόπαιδα και να τους συγκεντρώσει στην πλατεία του Γαλατά, μεταξύ αυτών και τον παπα-Βασίλη, κρατώντας πάντα μαζί του το χαρτί σαν φυλακτό, που ενεργούσε σαν κυματοθραύστης και σαν αντιδραστήρας, σε κάθε επιχειρούμενη αντίποινα από τον κατακτητή.

   Μετά τη συγκέντρωση των πολιτών στη πλατεία, περικυκλώθηκαν από το σύνολο της στρατιωτικής δύναμης της φρουράς των οικιών (Γερμανών Αξιωματικών και οπλιτών). Άρχισε ο διαχωρισμός των συγκεντρωθέντων πολιτών κατά φύλο και κατά ηλικία.

   Τότε ο παπα – Βασίλης εμφανίζεται μπροστά και ζητά, να ομιλήσει στον επικεφαλής Αξιωματικό της δυνάμεως, τούτο έγινε αποδεκτό και κατά τη συνομιλία τους, του επιδεικνύει το υπογεγραμμένο και σφραγισμένο έγγραφο της KOMANTATOUR, ο Γερμανός Αξιωματικός μένει έκπληκτος και έκθαμβος και επί τόπου χωρίς χρονοτριβή, σε αυστηρή στάση προσοχής, χαιρετά ένστολος τη διαταγή (το χαρτί, όπως διηγούνται οι επιζώντες Γαλατιανοί της εποχής εκείνης).

  Ο σεβάσμιος παπα-Βασίλης επιμένει φορτικά, να επισκεφθούν μαζί με τον επικεφαλής Αξιωματικό την KOMANTATOUR, πράγμα που έγινε αμέσως. Με διερμηνέα ο παπα – Βασίλης αναφέρει τα γεγονότα και τα διαδραματιζόμενα στην πλατεία, που εναγώνια περίμενε την τύχη του ποιμνίου του. Με το άκουσμα του περιεχομένου της διαταγής , οι ιθύνοντες της KUMANTAN, ερωτούν και παρατηρούν δριμύτατα τον επικεφαλής Αξιωματικό. «Από πού πήρατε τη διαταγή, για όσα επιχειρήσατε στην πλατεία του Γαλατά;».

   Ο Αξιωματικός έμεινε εμβρόντητος και άφωνος και αμέσως λαμβάνει εκτελεστή διαταγή να μεταβεί στο Γαλατά, να αποσύρει τη Γερμανική Στρατιωτική Δύναμη και να εγκαταλείψει κάθε σκέψη του, για το απονενοημένο διάβημα, που θα επιχειρούσε. Όπως αποκαλύφθηκε μεταγενέστερα, σε στιγμές καλών σχέσεων των κατοίκων με τον κατακτητή – σκοπό είχαν τότε οι Γερμανοί, να κάνουν ολοκαύτωμα τον Γαλατά και να μη αφήσουν λίθο επί λίθου και να φονεύσουν όλους τους συγκεντρωθέντες κατοίκους στη πλατεία.

   Μετά την ευτυχή αυτή κατάληξη έγινε άτυπη, αλλά ουσιαστική αδελφοποίηση εντοπίων και Γερμανών, οι κατακτητές επίταξαν σπίτια και συγκατοίκησαν με τους γηγενείς.

   Με την ευρηματικότητα και τις επιτυχημένες επινοήσεις, του άσπιλου και φωτισμένου ιερωμένου, προέκυψε το ανέλπιστο αγαθό και το εξαιρετικό απόκτημα της σωτηρίας του Γαλατά και των κατοίκων του – που έφερναν στα φωτοβόλα πρόσωπά τους τιμή και δόξα- από την εκδικητικότητα των Γερμανικών ορδών.

   Κάλλιστα και ανεπιφύλακτα λοιπόν ανήκει στον  αείμνηστο παπα-Βασίλη Ρουμελιωτάκη και στο διηνεκές – εφόσον θα υπάρχουν άνθρωποι σε αυτόν τον τόπο – η προσαγόρευση:  «ΣΩΤΗΡΑΣ ΤΟΥ ΓΑΛΑΤΑ».

Ευχαριστούμε για την επιμ. φωτ. υλικού τον π. Στυλιανό Σταγάκη.