Στον Ιερό Καθεδρικό Ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου τελέστηκε στις 3 Οκτωβρίου πανηγυρική Θεία Λειτουργία στη μνήμη Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου μας κ.κ. Δαμασκηνού και συλλειτουργούντων του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμ. και Αρχιερατικού Επιτρόπου της Β΄’ Αρχιερατικής Περιφέρειας Αμφιλοχίου Παπαγιαννάκη, του οικείου εφημερίου Πρωτ. Στυλιανού Θεοδωρογλάκη, του συνεφημερίου Πρωτ. Ευτυχίου Πετράκη και των διακόνων π. Ευαγγέλου Γενάρη και π. Δημητρίου Δερμιτζάκη.
Το παρών στη Θεία Λειτουργία έδωσαν οι δικηγόροι και οι δικαστικές αρχές της πόλεως μας.
Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε το μέλος του δικηγορικού συλλόγου Χανίων κ. Παντελής Ζέλιος.
ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΕΠΙ ΤΗ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΟΥ ΕΚΦΩΝΗΘΕΙΣ ΤΗΝ 3Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2016 ΣΤΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΧΑΝΙΩΝ
Η χάρις του Θεού μας αξίωσε και εφέτος να συνεορτάσουμε την μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Διονυσίου του Αρεοπαγίτου, του Μεγάλου Αυτού Αγίου της Εκκλησίας μας, Eπισκόπου και Πολιούχου της Πόλεως των Αθηνών και Προστάτου των Δικαστικών. Αποτελεί δε ιδιαίτερη τιμή για το Δικαστικό Σώμα το γεγονός ότι τις τάξεις του, κατά τα πρώιμα χριστιανικά χρόνια, ελάμπρύνε η μορφή του Αγίου Διονυσίου, μίας εξέχουσας προσωπικότητας της εποχής, μέλος της Βουλής του Αρείου Πάγου, Ανωτάτου Δικαστηρίου της Αρχαίας Αθήνας, ο οποίος με τη ζωή και το μαρτύριό Του κατετάγη στη χορεία των Αγίων της Ορθοδόξου Πίστεώς μας. Και αποτελεί ημέρα αυτή μία πρόσκληση και πρόκληση συνάμα για όλους τους δικαστικούς λειτουργούς αλλά και τους εν γένει λειτουργούς της Δικαιοσύνης, όπως είναι και τα μέλη του Δικηγορικού Σώματος, στο οποίο ανήκει και ο ομιλών, να αναλογιστούμε το βάρος της ευθύνης που φέρουμε υπηρετούντες τον ύψιστο αυτό θεσμό της Ελληνικής Πολιτείας, Τρίτο Πυλώνα του δημοκρατικού μας πολιτεύματος.
Δικαιοσύνη, μία διακριτή εξουσία, οι λειτουργοί της οποίας σε όλα τα σύγχρονα και δημοκρατικά κράτη απολαμβάνουν πλήρους ανεξαρτησίας από τις λοιπές εξουσίες. Δικαιοσύνη, ο θεσμός αντίβαρο στην κρατική αυθαιρεσία, το καταφύγιο και η ελπίδα των αδυνάμων πολιτών, ο εγγυητής της κοινωνικής ομαλότητας, ο προασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μία έννοια που για αρχαία ελληνική φιλοσοφία αποτελεί αρετή και για την εκκλησιαστική διδασκαλία μία εκ των δωρεών του Θεού προς το ανθρώπινο γένος. «Δικαιοσύνην μάθετε οι ενοικούντες επί της γης…» μας καλεί ο Προφήτης Ησαίας. Ο Αρχηγός της Πίστεώς μας Κύριος ημών Ιησούς Χριστός στην επί του Όρους Ομιλία Του δίνει στο Χριστεπώνυμο πλήρωμα της Εκκλησίας διαχρονικές κατευθυντήριες εντολές για την επίγεια ζωή τους με στόχο να κερδίσουν τη Βασιλεία των Ουρανών. Κεντρική θέση στο κήρυγμά Του αυτό κατέχει η αναζήτηση και εμπέδωση της δικαιοσύνης. Λέγει λοιπόν τα εξής συγκλονιστικά, όπως τα παραθέτει ο Απόστολος Ματθαίος στο Ευαγγέλιό Του: «Μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες δικαιοσύνην ότι αυτοί χορτασθήσονται… Μακάριοι οι δεδιωγμένοι ένεκεν Δικαιοσύνης ότι αυτοί τον Θεόν όψονται…» Μόνο στα κείμενα της Καινής Διαθήκης ο όρος δικαιοσύνη αναφέρεται πάνω από 230 φορές. Πάγιο αίτημα, ζητούμενο, στόχος και αποστολή όλων των Αγίων της Εκκλησίας μας από την εποχή των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης μέχρι και τους Πατέρες και Μάρτυρες της Ορθοδοξίας, οι οποίοι δια πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας και ειργάσαντο δικαιοσύνην.
Σήμερα η πολύπλευρη πολιτική, οικονομική, κοινωνική, ηθική και αξιακή κρίση καθιστά τη συζήτηση περί δικαίου και απονομής Δικαιοσύνης περισσότερο επίκαιρη παρά ποτέ. Διότι όλοι εμείς που υπηρετούμε ο θεσμό αυτό, ο καθείς εφ ω ετάχθη, έχουμε γίνει αποδέκτες διαμαρτυριών και παραπόνων από τους συμπολίτες μας ότι η Δικαιοσύνη, όπως λειτουργεί και αποδίδεται σήμερα, πάσχει, ότι ο Θείος Νόμος είναι κάτι διαφορετικό από τον άδικο ανθρώπινο νόμο, ότι ο Θεός θα αποδώσει Δικαιοσύνη όχι όμως σε αυτήν τη ζωή στην οποία κυριαρχεί η αδικία, η πλεονεξία και η φιλαυτία αλλά κατά τη μέλλουσα Κρίση, ότι τέλος πάντων η ανθρώπινη δικαιοσύνη ουδεμία σχέση έχει με τη Δικαιοσύνη του Θεού, το Κήρυγμα του Κυρίου μας, τη Διδασκαλία της Εκκλησίας. Από την άλλη υπάρχουν οι θεωρητικοί του Δυτικού Ορθολογισμού που θεωρούν ότι η Δικαιοσύνη ως έννοια θρησκευτική πόρρω απέχει από την κοσμική δικαιοσύνη και ότι η κατά την Χριστόν δικαιοσύνη αποτελεί μία εξιδανικευμένη και ουτοπική κατάσταση, η οποία στις σύγχρονες οργανωμένες κοινωνίες δεν μπορεί να εφαρμοστεί. Ποια είναι η πραγματικότητα όμως και τι έχει να μας διδάξει το παράδειγμα το σημερινού εορταζόμενου Αγίου σχετικά με τον προβληματισμό αυτό;
Ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης υπήρξε την εποχή του, σύμφωνα με την παράδοση και τους Συναξαριστές του, ένα υπόδειγμα δικαστικού λειτουργού. Καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια, διέθετε υψηλή μόρφωση, ακέραιο χαρακτήρα, ανεπίληπτο ήθος. Ήταν αυτό που σήμερα θα αποκαλούσαμε δικαστικός καριέρας και παράλληλα εξέχων μέλος της αθηνα’ι’κής κοινωνίας. Δεν επαναπαυόταν όμως στις δάφνες που του κόμιζε η επαγγελματική και κοινωνική του θέση. Αναζητούσε το κάτι παραπάνω, την ουσία της ζωής και των πραγμάτων, την αληθινή και γνήσια αρετή. Και την βρήκε εκείνο το πρωινό του έτους 52 μ.Χ όταν άκουσε για πρώτη φορά το κήρυγμα του Αποστόλου των Εθνών και Πρωτοκορυφαίου Παύλου στον Ιερό Βράχο του Αρείου Πάγου των Αθηνών. Ο θείος και μελίρρυτος λόγος του Παύλου συγκλόνισε την ψυχή και την καρδιά του. Μέσω του ανθρώπου που άκουγε να κηρύττει, του αποκαλύφθηκε ο Ένας και Μοναδικός Θεός και το σχέδιό Του για τη σωτηρία του ανθρωπίνου γένους. Η Δικαιοσύνη στην υπηρεσία της οποία είχε τάξει τον εαυτό του με τα λόγια του Παύλου αποκτούσε ένα νέο νόημα, ολοκληρωνόταν και τελειοποιούταν καθώς ένας νέος κόσμος αγάπης, συγχώρεσης και ισότητας ανέτειλε με τη καινοφανή αυτή διδασκαλία. Αποφάσισε λοιπόν να απαρνηθεί την μέχρι τώρα ζωή του και να ακολουθήσει τη νέα αυτή θρησκεία. Ασπάσθηκε με ολίγους πιστούς τον Χριστιανισμό, έγινε ακόλουθος και μαθητής του Παύλου, συμμετείχε ενεργά στην πρώτη Χριστιανική Κοινότητα της Αθήνας, ενεδύθηκε την ιερωσύνη και κατόπιν χειροτονήθηκε Επίσκοπος Αθηνών. Η αφοσίωση και η πίστη του στον Ευαγγελικό Λόγο, η ανιδιοτελής και εθελούσια προσφορά του στην Χριστιανική Εκκλησία της πόλεως και τον πάσχοντα συνάνθρωπό του, τον οδήγησε 45 περίπου χρόνια αργότερα στο μαρτυρικό δια πυράς τέλος, αρνούμενος να αποκηρύξει τον Χριστό και να προσκυνήσει τον ψεύτικο κόσμο των ειδώλων.
Την εποχή που συνέβη το παραπάνω γεγονός της μεταστροφής του Αγίου, οι Ρωμα’ι’κη κυριαρχία είχε επιβληθεί στον τότε γνωστό κόσμο και τα περισσότερα έθνη στέναζαν κάτω από την δουλεία των Ρωμα’ι’ικών λεγεώνων. Το εφαρμοστέο δίκαιο της εποχής δεν ανταποκρινόταν στο ήθος, το χαρακτήρα και τη κοσμοθεωρία του Αρεοπαγίτη Διονυσίου. Ήταν σκληρό, βάρβαρο, προέκρινε την ανισότητα, την κρατική αυθαιρεσία, τον ταξικό διχασμό εν τέλει την ίδια την αδικία. Η διδασκαλία του Χριστού καταργούσε τις διακρίσεις και απολύτρωνε τον άνθρωπο από τα δεσμά της δουλείας και του πνευματικού σκότους. Η εγκαθίδρυση της Βασιλείας των Ουρανών επί της γης ήταν ο σκοπός της νέας θρησκείας και η κοινωνία που αυτή ζητούσε να διαμορφώσει ήταν μία κοινωνία ειρήνης, αγάπης και ελέους. Αυτήν την δικαιοσύνη του Θεού εφικτή να εμπεδωθεί στην επίγεια ζωή υπηρέτησε μέχρι θανάτου ο Άγιος Διονύσιος, αποδεικνύοντας ότι η Βασιλεία των Ουρανών δεν αφορά μόνο τη μετά θάνατόν κατάσταση του ανθρώπου αλλά και την ιστορική του παρουσία
Σίγουρα η Χριστιανική Διδασκαλία δεν φιλοδοξεί να επιβάλλει πλέγμα κανόνων δικαίου κοσμικού χαρακτήρα ούτε αποτελεί πολιτική και κοινωνική ιδεολογία που θεσπίζει νομικούς κανόνες οργανώσεως, διακυβερνήσεως και λειτουργίας μίας κοινωνίας, όπως λόγου χάριν επιδιώκει στο Ισλάμ το Κοράνι με τη Σαρία. Διαθέτει όμως τις απαραίτητες εκείνες αρχές και αξίες, τον ηθικό κώδικα που μπορεί να εμπνεύσει τους κανόνες δικαίου ούτως ώστε η ορθή εφαρμογή τους να συμβάλει στην εξιδανίκευση των ανθρωπίνων σχέσεων, στην κοινωνική ειρήνη και την πολιτική, κοινωνική, ηθική εξύψωση του ατόμου. Αυτές οι αρχές και αξίες που τελούσαν υπό διωγμόν την εποχή του Αγίου, διέπουν σήμερα τους κανόνες δικαίου που τα Χριστιανικά Κράτη του λεγόμενου Δυτικού Πολιτισμού θέσπισαν. Ας πάρουμε ως παράδειγμα τη χώρα μας και ας ανατρέξουμε στον Καταστατικό Χάρτη της Πολιτείας μας, το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας. Ποιες από τις βασικές αρχές που το διαπνέουν αντιτίθεται στον Λόγο του Κυρίου μας; Πυρήνας του ελληνικού Συντάγματος είναι η προστασία της ζωής και της αξίας του ανθρώπου που απολαμβάνει πλήθος ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων όπως αυτά της ελευθερίας, της ισότητας, της παιδείας, της ιδιοκτησίας, της κοινωνικής πρόνοιας και του Κράτους Δικαίου, της δικαστικής προστασίας, της προστασίας του φυσικού του περιβάλλοντος. Γενικές αρχές εκπορευόμενες εκ του Συντάγματος είναι αυτές της επιείκειας, της αναλογικότητας και της μη καταχρηστικής άσκησης των δικαιωμάτων. Υπάρχει αντίθεση ή αντίφαση των γενικά παραδεδεγμένων αυτών αρχών του δικαίου, υπό το πνεύμα των οποίων έχουν θεσπιστεί και οι υπόλοιποι δικα’ι’ικοί κανόνες, με τα κείμενα των Ευαγγελίων; Ουδεμία. Συνεπώς η Δικαιοσύνη του Θεού δεν είναι όρος μεταφυσικός αλλά αφορά την παρούσα ζωή ως προοίμιο της μέλλουσας. Στην ορθή εφαρμογή των κανόνων αυτών απόκειται η εκπλήρωση της αποστολής της Δικαιοσύνης.
Κατόπιν τούτων και σε ό,τι αφορά ειδικώτερα τη χώρα μας τίθεται το ερώτημα; Η Δικαιοσύνη κάνει σωστά τη δουλειά της; Γιατί πολλοί συμπολίτες μας σήμερα παραπονούνται και διαμαρτύρονται για καθυστερήσεις, παραλείψεις και λάθη; Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το λάθος ενυπάρχει στη φύση του ανθρώπου. Αλάθητο έχει μόνο ο Θεός. Δεν είναι λοιπόν παθογένεια της κοσμικής απονομής της Δικαιοσύνης το λάθος. Ο Χρίστος μας κάλεσε να γίνουμε Άγιοι, δηλαδή να διορθώσουμε τα ελαττώματα και την πτωτική φύση του ανθρώπινου χαρακτήρα, να μετανοήσουμε προκειμένου να οδηγηθούμε στην κατ’εικόνα και ομοίωση του Θεού τελείωση.
Προς την κατεύθυνση αυτή δικαιοδοτικό μας σύστημα προβλέπει την επανάκριση της ίδιας υπόθεσης από διαφορετικούς βαθμούς δικαιοδοσίας ακριβώς για να αποκαθίστανται τυχόν λάθη και αδικίες. Ο κάθε νόμος που προτείνεται από την εκτελεστική εξουσία και ψηφίζεται από τη Βούλη κρίνεται για τη συνταγματικότητά του από Ανώτατα Δικαστήρια και εφόσον κριθεί αντισυνταγματικός εν τοις πράγμασι ακυρώνεται. Πέραν τούτου όμως ο δικαστικός λειτουργός ασχέτως με τις όποιες αστοχίες στην κρίση του, οφείλει συνεχώς να επαγρυπνεί και να αγωνίζεται, διότι κατ’αυτόν τον τρόπο οι κακοδικίες συνεχώς θα περιορίζονται, η αλήθεια θα λάμψει και η Δικαιοσύνη θα πληρωθεί. Σε αυτό καλεί τον δικαστικό και νομικό κόσμο της χώρας ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης. Σε έναν διαρκή και ασυμβίβαστο αγώνα για την αποκατάσταση της μίας και αδιαίρετης έννοιας της Δικαιοσύνης του Θεού στις σχέσεις μεταξύ των πολιτών και μεταξύ εξουσιαζόμενου και εξουσιαστή. Μας καλεί στο είμαστε συνεχώς προσηλωμένοι στο στόχο αυτό χωρίς παρεκκλίσεις και συνειδησιακές εκπτώσεις. Απαραίτητη προϋπόθεση για να το πετύχουμε είναι να έχουμε πίστη, πίστη στο δίκαιο του αγώνα που δίδουμε, πίστη στις βασικές αξίες και αρχές του Ευαγγελίου. Και για να μην υπάρχει παρεξήγηση και παρανόηση, ο καλός και έντιμος Δικαστής, ο καλός και έντιμος Νομικός δεν χρειάζεται να είναι απαραιτήτως ευσεβής Χριστιανός. Απαιτείται όμως να είναι γνώστης και κοινωνός κατά την άσκηση των καθηκόντων των θεμελιωδών αρχών και αξιών του Χριστιανισμού που αποτελούν ταυτόχρονα και τη βάση του Ελληνοχριστιανικού Πολιτισμού μας.
Στην Ελλάδα της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, της ηθικής παρακμής, οι Δικαστές και Δικηγόροι στην συντριπτική τους πλειοψηφία δίνουν καθημερινά και υπό τις πλέον αντίξοες συνθήκες τον αγώνα για την εμπέδωση της Δικαιοσύνης με όπλο της επιστημοσύνη τους, τον ζήλο και την αυταπάρνησή τους. Καθημερινά γινόμαστε δέκτες και μάρτυρες δικαστικών αποφάσεων που πραγματικά ανατρέπουν νοσηρές καταστάσεις, καταρρίπτουν την κρατική αυθαιρεσία, αποκαθιστούν τη κοινωνική ειρήνη και συνοχή. Αυτό άλλωστε αναμένουν και οι πολίτες από την Ελληνική Δικαιοσύνη. Γι’αυτό και σε όλες τις έρευνες της κοινής γνώμης οι Δικαιοσύνη συγκεντρώνει συντριπτικά ποσοστά εμπιστοσύνης του χειμαζόμενου λαού μας ως ένα από τα τελευταία αναχώματα για την εύρυθμη λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Ο Άγιος Διονύσιος έδωσε τη ζωή του για τη Δικαιοσύνη που υπηρετούσε υπό το νέο πρίσμα της Χριστιανικής Αλήθειας. Ομοίως πρέπει το σύνολο των Δικαστών και κοντά σε αυτούς και οι Δικηγόροι ως συλλειτουργοί της Θέμιδος, συνεχώς και αδιαλείπτως με περισσό θάρρος, μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και τόλμη να δίνουν τη μάχη κατά της ανομίας και της εκνομίας, τη μάχη της ρήξης με παράνομες και αντισυνταγματικές καθεστωτικές λογικές, τη μάχη της υπεράσπισης του αδυνάτου, τη μάχη της προασπίσεως του δημοσίου συμφέροντος και των ατομικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Ο Χριστός καίτοι Δίκαιος Κριτής επισημαίνει ότι δεν ήλθε να κρίνει αλλά να σώσει τον άνθρωπο. Ας αναλογιστούμε λοιπόν όλοι όσοι υπηρετούμε σήμερα τον θεσμό Δικαιοσύνης τον σωτηριολογικό χαρακτήρα της αποστολής μας έναντι του ανθρώπου ως πολιτικής, κοινωνικής και ηθικής οντότητας αλλά και έναντι της Πατρίδας και του Έθνους μας.
Είθε ο Μεγαλοδύναμος Θεός και ο Άγιος Ιερομάρτυς Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης να φωτίζει τη σκέψη, το λόγο και τις πράξεις μας ούτως ώστε στο τέλος του δρόμου της επαγγελματικής σταδιοδρομίας μας να αναφωνήσουμε, όπως τον Απόστολο Παύλο: «Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα, την πίστιν τετήρηκα: λοιπόν απόκειταί μοι ο της δικαιοσύνης στέφανος, όν αποδώσει μοι ο Κύριος εν εκείνη τη ημέρα, ο δίκαιος κριτής»
ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΤΟΥ ΑΡΕΟΠΑΓΙΤΟΥ 2016 (1)